Σας καλώ σε ένα ταξίδι στο χρόνο.
Να βαδίσουμε στα χνάρια των παλιών εκείνων ανθρώπων του νησιού, να νιώσουμε την ανάσα τους, να συνειδητοποιήσουμε ότι στους δρόμους, που καθημερινά κινούμαστε απορροφημένοι από τις έγνοιες μας, βάδιζαν οι παλιοί Σκοπελίτες με τις δικές τους έγνοιες και προβλήματα. Να γνωρίσουμε αυτές τις έγνοιες τους και να νοιώσουμε πιο κοντά τους. Να καταλάβουμε ότι έβλεπαν τον ίδιο ουρανό και τον ίδιο ορίζοντα. Κάποια από τα κτίρια να είναι ενδεχομένως ίδια. Είναι βέβαιο ότι σχεδόν όλοι οι ναοί είναι ίδιοι, καθώς και τα σοκάκια που τα διάβαιναν χαμένοι κι αυτοί στα προβλήματά τους, ελάχιστες αλλαγές να έχουν υποστεί στο πέρασμα του χρόνου. Θα αναρωτιέστε γιατί μας χρειάζεται αυτή γνώση. Όχι βέβαια για να ικανοποιήσουμε την περιέργεια μας, αλλά για να αποκτήσουμε αυτογνωσία ως λαός. Να συνειδητοποιήσουμε από πού ερχόμαστε, γεγονός που θα μας βοηθήσει να χαράξουμε το μέλλον το δικό μας, που να μας χαρακτηρίζει, να μας διαφοροποιεί από τους άλλους λαούς αλλά και να μας βοηθάει στην ειρηνική συνύπαρξη με τους άλλους.
Σήμερα θα σας μιλήσω για την περίοδο από την εποχή που η Σκόπελος απέκτησε την ανεξαρτησία της ενταγμένη στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος έως τη δεκαετία του 1860 που αποτελεί μια δεκαετία καμπής. Σε μελλοντικές εκδηλώσεις θα μιλήσουμε για τα επόμενα χρόνια.
Τη Σκόπελο η επανάσταση του 1821 τη βρήκε σε περίοδο μεγάλης ακμής. Στο στατιστικό πίνακα του Αδαμαντίου Κοραή αναφέρεται ότι οι κάτοικοι της νήσου το 1803 είχαν στην κατοχή τους 35 πλοία χωρητικότητας 6.300 τόνων και απασχολούνταν σε αυτά 525 ναύτες. Το 1806 ο περιηγητής Leake που επισκέφθηκε το νησί αναφέρει ότι η κύρια πόλη είχε 1200 σπίτια και ότι οι κάτοικοί της ήταν εύποροι.
Μετά το τέλος της επανάστασης όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η Σκόπελος έχοντας προσφέρει αφειδώς πλοία και έμψυχο υλικό εξαντλήθηκε οικονομικά και οι κάτοικοί της βρέθηκαν σε μεγάλη πενία. Το κύμα των προσφύγων που κατέφυγε στο νησί από τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία μετά την αποτυχία της επανάστασης σε αυτές τις περιοχές, δημιούργησε μύρια κακά στο νησί, παρόλο που ενδυνάμωσε τον πληθυσμό του και το εργατικό του δυναμικό. Η απελευθέρωση βρίσκει τη Σκόπελο σε φτώχεια και μαρασμό αλλά σύντομα το νησί αναλαμβάνει από τα δεινά. Ήδη από το 1825 αρχίζει να επαναλειτουργεί η Σχολή της Σκοπέλου με τον Αστέριο Φιλιππίδη ως δάσκαλο και σύντομα αναδεικνύεται στο ανώτερο εκπαιδευτήριο των Βορείων Σποράδων. Το 1829 μαθαίνουμε ότι είχε 108 μαθητές.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1830 υπογράφηκε η συνθήκη με την οποία η Ελλάδα κηρύχθηκε ανεξάρτητη.
Η Σκόπελος και τα άλλα νησιά των Βορείων Σποράδων ενσωματώθηκαν τότε επίσημα στο ελληνικό κράτος και εντάχθηκαν στο νομό Ευβοίας, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο πρωτόκολλο του Λονδίνου: “Θέλουν ανήκει ωσαύτως εις την Ελλάδα η νήσος Εύβοια και οι Δαιμονόνησοι (Β. Σποράδες) Σκύρος, Σκόπελος, Σκιάθος…”, ως ομώνυμη επαρχία με έδρα τη Σκόπελο. Το νησί είχε τότε πληθυσμό περίπου 7.000 κατοίκους, σύμφωνα με έγγραφο του Γεωργίου Κουντουριώτου προς τον Καποδίστρια όπου γίνεται λόγος για όλον τον πληθυσμό της Επαρχίας Βορείων Σποράδων. Το 1833 η Σκόπελος με βασιλικό διάταγμα ορίζεται και επίσημα πρωτεύουσα της Επαρχίας Β. Σποράδων. Για τη διοίκηση του νησιού διατηρήθηκε ο θεσμός της Δημογεροντίας μέχρι το 1833, με τελευταιους Δημογεροντες του Ἀντωνάκη Γεωρίου ἤ Γεωργιαδη και Γαιννιο Νικολαϊδη. Το 1834 ο Γεωργιαδης ειναι Δημαρχος κι ο Νικολαϊδης Ειρηνοδικης.
Η σύσταση της Ελληνικής Αστυνομίας έγινε από τον Καποδίστρια στις 18 Ιανουαρίου 1830. Πρώτος αστυνόμος της Σκοπέλου διορίστηκε ο Γ. Νικολαϊδης. Την ίδια εποχή λειτουργούσαν στη Σκόπελο και άλλες δημόσιες υπηρεσίες, όπως Λιμεναρχείο, Εφορεία, Πρωτόκλητο κ.ά.
Με την ευκαιρία μπορεί να αναφερθεί περιστατικό από το αστυνομικό δελτίο της εποχής, όπως το διέσωσε η Γενική Εφημερίς της Ελλάδος του έτους 1830 και μας το έκανε γνωστό ο Γ. Θωμάς σε άρθρο του στην εφημερίδα Θεσσαλία (29/6/1965) Το περιστατικό εκτυλίσσεται κατά το έτος 1830, όταν αστυνόμος ήταν ο Γ. Νικολαϊδης. Πρόκειται για τριπλή δολοφονία. Ο δράστης καταδικάζεται σε θάνατο. Φυλακίζεται στο κρατητήριο της Δημογεροντίας, που ηταν εδω ὅπου βρίσκεται το πρωτο Νηπιαγωγειο, απεναντι δηλ απο το ναό της Φανερωμένης και στις 15/10/1830, αφού κοινώνησε εκτελέστηκε δια τουφεκισμού στη Σκόπελο.
Το 1838 με έξοδα του Δήμου έχει οικοδομηθεί σχολείο το οποίο ευρίσκεται έξω από την πόλη, σύμφωνα με το νόμο για τα αλληλοδιδακτικά σχολεία που τα θέλει να βρίσκονται μακριά από τις πολυπληθείς γειτονιές. Το νεόδμητο δημοτικό χωρεί 300 περίπου μαθητές αλλά δεν είναι πλήρες ως προς την υλικοτεχνική του υποδομή λόγω των οικονομικών δυσκολιών του Δήμου. Το επόμενο έτος ο διοικητής της Ευβοίας προτρέπει την γραμματεία επί των Εκκλησιαστικών και δημοτικής εκπαιδεύσεως “να ευαρεστηθή να ενεργήση όσο το τάχιστο τον διορισμό δημοδιδασκάλου είς Σκόπελον, όπου καταφαίνεται αναγκαιότατος δια το πολυάνθρωπον του δήμου, η νεολαία του οποίου προ τοσούτου καιρού, στερείται πάσης εκπαιδεύσεως”. Η δημοτική αρχή αδυνατεί να συνεισφέρει στη μισθοδοσία του διδασκάλου έτσι η μισθοδοσία του θα εξασφαλίζεται ή με προσωπικό έρανο των δημοτών ή θα πληρώνουν οι γονείς των οποίων τα παιδιά θα φοιτούν στο σχολείο. Με αυτές τις προϋποθέσεις αρχίζει η λειτουργία του πρώτου μετά την ανεξαρτησία αλληλοδιδακτικού σχολείου στη Σκόπελο. Πρώτος διδάσκαλος του αλληλοδιδακτικού σχολείου διορίζεται με βασιλικό διάταγμα στις 5 Ιανουαρίου του 1840 ο Γεώργιος Μανούσος με μισθό 80 δραχμές.
Το 1841 το βασιλικό ζεύγος, Όθωνας, Αμαλία, επισκέφθηκε το νησί. Συνοδευόταν από τον αρχαιολόγο Ross, πρώτο καθηγητή αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, ο οποίος με μεγάλη παρατηρητικότητα και σαφήνεια περιγράφει στο έργο του τα “Βασιλικά ταξίδια στην Εύβοια και τις Βόρειες Σποράδες” όσα μέρη επισκέφθηκε. Γράφει: “Με ζωντάνια και χαρά μας δέχτηκαν στην πυκνοκατοικημένη και νοικοκυρεμένη πόλη. Δυσκολευτήκαμε στην κοσμοσυρροή να φτάσουμε στο σπίτι του δεσπότη (στο Χριστό, ήταν ο Ευγένιος, τελευταίος επίσκοπος Σκοπέλου 6/10/1842 απεβίωσε),), όπου ο βασιλιάς δέχτηκε το βράδυ μερικές ακροάσεις. Οι κάτοικοι της Σκοπέλου έχουν ωραία κατατομή και είναι γεροί και καλοζωισμένοι. ‘Όμως η θωριά των γυναικών είναι πολύ άτονη, επειδή αυτές φασκιώνουν τα στήθη τους περνώντας ένα ζωνάρι σύρριζα στις μασχάλες, ώστε το γυναικείο σώμα φαίνεται σαν κολώνα, απ’ όπου ξεπετιούνται τά χέρια και το κεφάλι. Πιο όμορφα στολίζουν το κεφάλι, ρίχνοντας ένα ανοιχτόχρωμο μαντήλι, που αφήνει τα μαύρα μαλλιά να φαίνονται και τα μαύρα μάτια να κοιτάζουν πολύ ζωηρά.
Το πρωί της 20ης Σεπτεμβρίου ο βασιλιάς μετά τη λειτουργία έκανε έναν περίπατο στον κάμπο με τα αμπέλια, τις ελιές και τα άλλα οπωροφόρα δέντρα”.
Και ο Ross συνεχίζει: “Απέναντι από την πόλη (μάλλον εννοεί την περιοχή Σπιτάλια) το 1823, όταν άνοιξαν χαρακώματα για να αποκρούσουν απειλούμενη απόβαση, βρήκαν πολλούς τάφους. Η Σκόπελος έχει 6.000 κατοίκους, ενώ η Γλώσσα 2.000. Το κυριότερο προϊόν είναι το κρασί και το λάδι και μερικά εκατομμύρια λεμόνια, που οι Σκοπελίτες με περισσότερα από 30 δικά τους καράβια εξάγουν στην Κωνσταντινούπολη και στη Μαύρη θάλασσα. Το κρασί είναι ελαφρύ και καλόγευστο κοκκινέλι που το πίνουν αρετσίνωτο. Μόνο που έχει πέσει η τιμή του, επειδή αυξάνονται κάθε χρόνο τα αμπέλια της Θράκης και της νοτίου Ρωσίας”.
Και αφού γίνεται λόγος για τη βασιλική επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε το 1841 με τον ατμοδρόμωνα Αμαλία θα αναφέρω όσα άξια λόγου συνέβησαν σχετικά με τη Σκόπελο, που αναφέρει η παράδοση και καταγράφει ο Νίκος Νικολαϊδης στους “Σκοπελίτικους Παλμούς”. “Όταν ο Όθωνας αντίκρυσε τις κατάφυτες και πολύχρωμες πλαγιές με τα κάτασπρα μοναστήρια και καλύβια που πλαισίωναν τη γραφική πόλη της Σκοπέλου γοητευμένος αναφώνησε: Ιδού ο κήπος του βασιλείου μου! Λέγεται ακόμα ότι στο γεύμα που παρέθεσε ο δήμαρχος Δημήτριος Φαλκίδης, η γευστικότητα του ρυζόγαλου εντυπωσίασε την Αμαλία, που ζήτησε να μάθει από τη δημαρχίνα την αναλογία των συστατικών και πήρε την απάντηση. Κ’ουτουρού, π’λακι μ’!”
Την ίδια χρονιά δηλ. το 1841 εμφανίζεται στα αρχεία του Ελληνικού σχολείου, για το οποίο δεν υπάρχουν πληροφορίες από το 1832 μέχρι αυτή τη χρονιά, ο σχολάρχης, εξαίρετος ελληνιστής, Ιωάννης Σφοίνης. Το Σχολειο σταγάζονταν στο κελλι που υπηρχε διπλα στην Ελευθερώτρια. Από τα παλιά μαθητολόγια βλέπουμε ότι μόνο αγόρια φοιτούσαν στο ελληνικό σχολείο. Το 1845 υπήρχαν 117 μαθητές. Το 1844 υπάρχει και μια μαθήτρια. Το σχολείο απέκτησε μεγαλύτερη αίγλη από το 1851 έως το 1875 όταν σχολάρχης ήταν ο Αλεξ. Καμπάνης απο την Ανδρο. Την εποχή αυτή στη Σκόπελο υπήρχε αξιόλογη πνευματική κίνηση. Ο Καμπάνης συνδεόταν με την οικογένεια Αποστολίδη, από την οποία προήλθαν οι λόγιοι Κων.Αποστόλου ἤ Αποστολίδης, ο γιος του Παύλος Νιρβάνας, ο Φίλιππος Καμβαϊλιας, ποιητής και πεζογράφος που είχε φίλο και συμμαθητή τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ο τελευταίος φοιτούσε στο ελληνικό σχολείο της Σκοπέλου την περίοδο 1865-66 και έμενε στο αρχοντικό της οικογένειας Αποστολίδη στους τρεις Ιεράρχες.
Στις επαινετές προσπάθειες του Όθωνα ήταν να οργανώσει μια ιατρική περίθαλψη στην Ελλάδα. Με βασιλικά διατάγματα διόριζε επιστήμονες γιατρούς σε διάφορες πολιτείες της χώρας, για να προσφέρουν δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους Έλληνες. Ένας τέτοιος γιατρός με το όνομα Δημ. Ριζόπουλος ήλθε και στη Σκόπελο ο οποίος από το 1851-1859 άσκησε το επάγγελμά του στο νησί και κατέγραψε σε συνέχειες στο περιοδικό “Ασκληπιός” το 1860 στοιχεία της καθημερινότητας των Σκοπελιτών μαζί με ιστορικά στοιχεία. Τα άρθρα αυτά μελέτησε ο Γ. Θωμάς και τα συμπεράσματά του δημοσίευσε από τις εκδόσεις των Ευβοϊκών μελετών. Γράφει: «στο νησί επικρατούν τα παλιά έθιμα, εξαιτίας της απομόνωσής του από το λοιπό κόσμο. Ξενιτεύονται βέβαια οι άνδρες και ως πλοίαρχοι γυροφέρνουν πόλεις της Ευρώπης και της Τουρκίας. Η απουσία τούτη των αντρών από τη Σκόπελο θα ενισχύσει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία του νησιού. Η σκοπελίτισσα θα ασκεί επιρροή στον κοινωνικό περίγυρο και θα έχει τον πρώτο λόγο στην ανατροφή των παιδιών. Ξανοίγεται μάλιστα και μια άλλη δυνατότητα τώρα για τα κορίτσια. Να γεύονται τα νάματα της παιδείας. Λίγα χρόνια πριν, συστήθηκε παρθεναγωγείο στο νησί, και έτσι υπάρχει η ελπίδα πως θα επέλθει κατ΄ολίγον μεταβολή τις ευάρεστος ως προς τη ήθη και έθιμα.
Πάντως οι γυναίκες της Σκοπέλου είναι λεπτώς διαπεπλασμέναι, εύχροοι, εύσαρκοι και γενικώς ειπείν ευειδείς και ωραίαι. Έχουσι δε αι πολλαί το χρώμα λευκόν και τας σάρκας πλαδαράς. Διάγουσι δε βίον εγκεκλεισμένον και μάλιστα οι παρθένοι, αίτινες τετράκις το πολύ του έτους εξέρχονται της οικίας των και της πόλεως.
Κοντά στις διάφορες δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες, είναι και η δοκιμασία της ενδυμασίας τους. Βαριά ρούχα και σφιχτά στο σώμα, εμποδίζουν την κανονική λειτουργία του. Ο Ριζόπουλος εδώ είναι αμείλικτος: Η ενδυμασία των εν γένει είναι κακή και ανθυγιεινή, επειδή συνίσταται εις ενδύματα λίαν βαρέα κρεμάμενα από των ώμων και περισφίγγοντα ισχυρώς το στήθος κατά το ανώτερον αυτού μέρος το οποίον δέχεται όλον το βάρος αυτών, και κωλύονται ούτω της λειτουργίας των οργάνων του θώρακος εν γένει και ιδίως την αναπνοήν και την κυκλοφορίαν. Για να συνειδητοποίσει κανείς το μέγεθος της δυσφορίας, από την οποία κυριαρχούνται οι γυναίκες με τις ενδυμασίες αυτές, φτάνει να παρακολουθήσει γάμο ή να εκκλησιαστεί σε μέρα γιορτής. Στεναχωρούνται, δυσφορούν και πότε- πότε λιποθυμούν κιόλας.
Η έλλειψη παπουτσιών τις κάνει να κυκλοφορούν πολλές φορές ξυπόλυτες και να κάθονται πολλές ώρες στα πεζούλια, πατώντας με γυμνές πατούσες πάνω στα υγρά σοκάκια, χειμώνα, καλοκαίρι. Η κατάσταση αυτή επικρατεί ακόμα και τις μέρες των γιορτών. Φυσικά με γυμνά ποδάρια σφουγγαρίζουν και ασπρίζουν τα σπίτια τους κάθε βδομάδα σχεδόν.
Ωστόσο δεν παραμελούν τον καλλωπισμό τους. Πρώτα- πρώτα βάφουν τα μαλλιά τους μαύρα. Ουσίες φυσικές βέβαια, κικκίδια, φλούδια ροδιάς, βελανίδια, στυπτηρία κλπ. Βάφουν και το πρόσωπό τους. Χρησιμοποιούν ψιμύθια πάρα πολύ βλαβερά, που κατασκευάζονται στο νησί από μέταλλα και προπαντός από υδράργυρο. Χρησιμοποιούν ακόμα και ματζούνια που παρασκευάζουν στο νησί γυναίκες ειδικές, οι γιάτρισες, όπως καλούνται. Προβαίνουν και σε μια άλλη ασυνήθιστη ενέργεια: κάθε πρωτομαγιά φλεβοτομούνται. Έτσι πιστεύουν ότι τη μέρα του Αγίου Κωνσταντίνου καθαρίζεται το αίμα και συντελεί εις την αύξησιν του κάλλους αυτών.
Αυτές όμως οι γυναίκες που τόσο φροντίζουν την προσωπική ομορφάδα τους, αυτές οι ίδιες και παραιτούνται από τέτοιες προσπάθειες σε καιρούς πένθους. Μάλιστα, όταν συνοδεύουν αγαπημένο νεκρό, πετούν ξέπλεκα τα μαλλιά τους και στους δυο ώμους τους, Τα τραβούν βίαια και με τα δυο τους χέρια και χτυπούν το στήθος τους. Οδύρονται, κλαίνε και σκούζουν δυνατά. Επιπλέον η χήρα για τρία χρόνια δε βγαίνει από το σπίτι της. Για ένα χρόνο κάθεται και κοιμάται πάνω σε ψάθα και κρέας δεν καταλύει. Πάντως η συνήθεια τούτη μετριάζεται στα χρόνια τούτα και ύστερα (1851)
Παρόλη όμως τη δυναμική θέση της γυναίκας στη Σκόπελο ποτέ καμμιά δε θα ξενιτευθεί, ποτέ καμιά δε θα επισκεφθεί και τα γειτονικά ακόμα νησιά, έστω και προσωρινά χάρη διασκέδασης.
Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο, που σφραγίζει την αντρική κοινωνία του νησιού είναι η τάση και η δύναμη της σκωπτικότητας και της αστειότητας. Αποδώ τώρα και η έφεση τους να διαστρέφουν πρόσωπα και πράγματα εις το γελοίον και αστείον. Είναι επιρρεπής στα γλέντια και τις διασκεδάσεις. Οι πλείστοι των κατοίκων, εκτός εξαιρέσεων ολίγων, εισίν οινόφλυγες (μέθυσοι), κοιλιόδουλοι και έκδοτοι εν γένει εις τας ηδονάς της τραπέζης. Γλετζέδες λοιπόν, όπως είναι, διατηρούν και τιμούν τα πανηγύρια τους. Πίνουν, τρώνε, χορεύουν, δημιουργώντας θορυβώδικη ατμόσφαιρα. Εκκλησιάζονται βέβαια κιόλας. Γενικά στο νησί εκκλησιάζονται αξημέρωτα ακόμα. Χειμώνα καιρό, και πηγαίνουν εκκλησία στις 4 το πρωί. Φυσικά δεν ξεχνούν και τις αγρυπνίες στους ναούς. Ωστόσο η θρησκευτικότητά τους πέφτει συχνά στη δεισιδαιμονία και το φανατισμό. Το πνευματικό τους επίπεδο είναι πολύ χαμηλό. Ωστόσο διατηρούν μεγάλη δύναμη μνήμης. Αντίθετα ξεχωρίζουν για την αναιμική δύναμη της εχεμύθειας. Δύσκολα φυλάνε μυστικό. Μα και στην περίσκεψη και στην προορατηκότητα καθόλου δε διακρίνονται. Είναι ακόμα θρασείς και προπετείς στο χαρακτήρα και στους τρόπους και τους λείπει η κρίση.
Ο γιατρός Ριζόπουλος θα απλωθεί και σε αναφορές σε δημογραφικά, γεωγραφικά και νοσολογικά στοιχεία της Σκοπέλου, που την έζησε στα 1851-1859. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ολόκληρο το νησί είναι κατάφυτο. Δέντρα ποικίλα, καρποφόρα και όχι. Νερά μπόλικα.
Οι βορινές ακτές του νησιού πλήττονται τις πιο πολλές μέρες του χρόνου από τα κύματα του Αιγαίου. Στα 1856 μάλιστα, μέρα των Φώτων, έγιναν πέντε ναυάγια. Τα δύο κοντά στην παραλία της πολίχνης και τα άλλα τρία λίγο μακρύτερα. Οι ναυαγοί των πρώτων σώθηκαν, των τριών άλλων χάθηκαν .Το χειμώνα ψυχροί άνεμοι δημιουργούν ψύχος δριμύ. Το θερμόμετρο κατεβαίνει στο 0 και κάποιες φορές στους 2 και 3 βαθμούς παρακάτω. Το καλοκαίρι ανεβαίνει στους 26-29 και η ατμόσφαιρα του νησιού, χειμώνα καλοκαίρι, είναι υγρή.
Η ομορφιά του νησιού είναι χτυπητή. Ωραιότατη είναι η κοιλάδα “Κάμπος” με πολλά νερά και ελαιώνες, πορτοκαλλολεμονεώνες, αμπελώνες κλπ. Το ίδιο γοητευτική είναι και η κοιλάδα του Σταφύλου. Άφθονα νερά κι εδώ, φυτείες συνεχόμενες, βλάστηση πλούσια. Τα νερά όμως που κατρακυλούν από τους λόφους, λιμνάζουν και χαμηλά σχηματίζουν έλος. Παλιότερα υπήρξε στον τόπο καταβόθρα, μέσα από την οποία τα νερά διοχετεύονταν στη θάλασσα, Πιο ύστερα η καταβόθρα φράχτηκε από λάσπες και χώματα. Έλη δημιουργούνται και σε άλλα μέρη του νησιού. Ακόμα και κοντά στην πόλη, το Ποτόκι. Εδώ σμίγουν τα νερά της στεριάς με τα νερά της θάλασσας, τα οποία περνούν μέσα με φουρτούνες.
Η πόλη Σκόπελος αποτελεί δήμο με 5.200 κατοίκους. Είναι κτισμένη σε ανώμαλο και κατηφορικό έδαφος “εν είδει αμφιθεάτρου”.Τα χτίσματα είναι συγκεντρωμένα κοντά- κοντά και δεν αφήνουν περιθώρια για φαρδιούς δρόμους. Τα σπίτια είναι με πολλά παράθυρα, χωρίς τζάμια τα πιο πολλά και χωρίς αποχωρητήρια, γι’ αυτό και “οι ακαθαρσίαι εντός της πόλεως και πέριξ αυτής πλήθουσιν” Η πόλη είναι χωρίς δέντρα και χωρίς πόσιμο νερό. Ολόκληρο το άλλο νησί είναι γεμάτο νερά, κι η πόλη καθόλου. Αναγκάζονται λοιπόν να επισκέπτονται πηγή, ένα τέταρτο έξω, για να παίρνουν νερό.
Η Γλώσσα συγκεντρώνει κάπου 800 ψυχές. Επομένως όλοι οι κάτοικοι του νησιού ανέρχονται στις 6.000. Η παραγωγή του τόπου φτάνει να τους τρέφει το μισό χρόνο. Παράγει βέβαια λάδια, πορτοκάλια, λεμόνια, οπωρικά, σύκα και εξαιρετικά καλό κρασί. Σε μικρότερες ποσότητες βγαίνουν και όσπρια, σιτάρι, λάχανα, σκόρδα και κρεμμύδια. Ψάρια λίγα λόγω των βραχωδών και δυσπρόσιτων ακτών. Περισσότερα είναι τα παστωμένα από τα νωπά. Κρέατα σπάνια τρώνε οι περισσότεροι. Μόνο τις επίσημες μέρες γεύονται. Κρασί όμως και τσίπουρο πίνουν πολύ.
Το 90% περίπου των κατοίκων είναι φτωχοί και από το 1850 έγιναν φτωχότεροι, όταν βαρύς χειμώνας, κατέστρεψε τα εσπεριδοειδή. Από την άλλη μεριά το ωίδιο του Ταϋκέρου έκανε θραύση στ’ αμπέλια. Μια διέξοδος από το οικονομικό δράμα τους, το ναυτικό. Πλοίαρχοι, ναύτες, πλοιοκτήτες, ναυπηγοί, επαγγέλματα που δημιούργησαν οικονομικές ανέσεις στο νησί, έστω και σε λίγους.
Ως γιατρός ο Ριζόπουλος κάνει αναφορά εκτενή και στις αρρώστιες από τις οποίες πλήττεται ο πληθυσμός του νησιού. Συχνές είναι οι ασθένειες του θώρακα και των πνευμόνων με σπουδαιότερη εκείνη της φυματίωσης. Το ένα πέμπτο των θανάτων ωφείλεται στην παλιαρρώστια τούτη που ιδιαίτερα προσβάλλει τις γυναίκες. Γιατί; Η απάντηση του είναι πολύπλευρη. Φταίει ο κλειστός βίος των γυναικών, φταίει η λεμφική τους κράση, το είδος της ενδυμασίας τους, η φτώχεια των κατοίκων, ο κακός τρόπος ζωής, η στενότης των δρόμων, που δεν επιτρέπει την ανανέωση του αέρα. Η φυματίωση στη Σκόπελο μεταδίδεται από τον έναν στον άλλο και διαιωνίζεται με το γάμο. Παντρεύονται συχνά και άρρωστοι ακόμα. Θέλουν, δε θέλουν, αναγκάζονται να έρχονται σε γάμου κοινωνία έστω και συγγενείς, εξαιτίας της λειψανδρίας. Ας διαμαρτύρεται η Εκκλησία.
Οι αρρώστιες των γυναικών, τα μητρικά, είναι επίσης συνηθισμένες. Νοσήματα των ωοθηκών και της μήτρας. Σοβαρή αιτία είναι το πλύσιμο των ρούχων στις βρύσες και τα τρεχούμενα νερά. Οι γυναίκες τότε μπαίνουν και μένουν στα νερά ως τα γόνατα, Μα και η κακή διατήρηση και περιποίηση των γυναικών στον καιρό της λοχείας. Το κακό είναι ότι οι λεχώνες που αισθάνονται ενοχλήσεις καταφεύγουν στις πρακτικές μαμές.
Η Γλώσσα έχει αραιωμένα σπίτια κι αποτελεί δήμο. Βρίσκεται σε ψηλό μέρος κι αερίζεται καλά. Εδώ οι γυναίκες δε μένουν κλεισμένες σπίτια τους, όπως στη Σκόπελο. Βγαίνουν κάθε μέρα να δουλέψουν στα κτήματά τους. Έτσι εδώ η φυματίωση δεν είναι συχνή και τα νοσήματα της μήτρας λιγότερα. Αντιθέτως οι γλωσσώτισσες έχουν τα δόντια τους χαλασμένα κι ακάθαρτα. Σπάνια να συναντήσεις γυναίκα με γερά δόντια και στίλβοντα. Τα περισσότερα τα έχουν αφαιρέσει. Τα άλλα που κρατούν ακόμα ή θα είναι φθαρμένα ή τεριδονιασμένα. Το φαινόμενο ο γιατρός το αποδίδει στα ψιμύθια που φτιάχνουν από μέταλλα και κυρίως από υδράργυρο για να είναι όμορφες.
Εδώ τελειώνει η περιγραφή του γιατρού για τη Σκόπελο. Είναι συγκινητικό που ένας γιατρός δε κινήθηκε μόνο στα στενά πλαίσια της επιστήμης του, αλλά μας έδωσε ένα τόσο ωραίο πίνακα του βίου από την παλιά Σκόπελο.
Θα τελειώσω κάνοντας μια αναφορά στο ναυτικό και στη ναυπηγική αυτής της εποχής για να δώσω μια όσο γίνεται πιο σφαιρική εικόνα της ζωής .
Το ναυτικό της Σκοπέλου έλαβε νέα ώθηση μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα με στοιχεία του 1857- πριν από το έτος αυτό τα στοιχεία είναι ελάχιστα- το νησί διέθετε 30 μεγάλα και 90 μικρά πλοία, ενώ το 1860 αναφέρονται 54 πλοία χωρητικότητας έως 60 τόνων και 19 από 60 τόνους και άνω. Τα πλοία αυτά διέσχιζαν άφοβα το Αιγαίο, τη Μαύρη Θάλασσα, την ανατολική αλλά και δυτική Μεσόγειο. Τρία καράβια του νησιού αρμένισαν στα τέλη του 19ου αι. στον Ατλαντικό ωκεανό, το ένα μάλιστα με καπετάνιο το Δημ. Ζαχαριάδη έφτασε στην Κούβα, ενώ τα άλλα δύο στην Αγγλία.
Στη Σκόπελο υπερίσχυσε ως φαίνεται το φιλογαλλικό κόμμα και το νησί ήταν κατά κάποιο τρόπο υπό την προστασία των Γάλλων. Υπήρχε πρόξενος της Γαλλίας, Γάλλοι υπήκοοι και πολλά γαλλικά πλοία προσέγγιζαν το λιμάνι του νησιού. Το 1847 ο Γάλλος πρέσβης Πισκατόρυ διόρισε πρόξενο Γαλλίας στο νησί το Ζήσιμο Λιβανό, σημαίνον πρόσωπο της εποχής του, με καταγωγή από τη Ζαγορά του Πηλίου, που παρέμεινε πρόξενος μέχρι το 1854.Το προξενείο της Γαλλίας στεγαζόταν σε επιβλητικό κτίριο ενετικού ρυθμού στη συνοικία Φραγκομαχαλά.
Τα σκοπελίτικα πλοία ήταν καθαρά εμπορικά, μετέφεραν δηλαδή συνήθως εμπορεύματα προς πώληση που ανήκαν στον πλοιοκτήτη, ο οποίος είτε τα είχε αγοράσει είτε τα είχε αποκτήσει ο ίδιος από δικά του κτήματα. Οι καλοί καπετάνιοι έκαναν τρία ταξίδια το χρόνο και φρόντιζαν να είναι στο νησί τους την εποχή της συλλογής των σταφυλιών και της ελιάς. Τα μικρότερα πλοία, που ήταν και τα περισσότερα, μετέφεραν κυρίως κρασί, λάδι, λεμόνια και πορτοκάλια στα λιμάνια της Κωνσταντινούπολης, της Ρουμανίας και της νότιας Ρωσίας. Επιστρέφοντας έφερναν σιτηρά, όσπρια και ξυλεία με προορισμό τη Σύρο, τον Πειραιά, την Τεργέστη, τη Γένοβα, το Λιβόρνο και τη Μασσαλία. Γυρίζοντας πίσω στη Σκόπελο μετέφεραν έπιπλα και κομψοτεχνήματα για λογαριασμό των καραβοκυραίων και των πληρωμάτων, που συσσωρεύονταν στα σπίτια της αστικής τάξης.
Η Σκόπελος έχει εκτός των άλλων και μακρά ιστορία ναυπηγικής, λόγω της άφθονης πρώτης ύλης (ξυλεία πεύκης) που διέθετε. Στο νησί ανδρώθηκαν γενιές ναυπηγών και αρχιναυπηγών, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν μάθει την τέχνη στη Σύρο, τον Πειραιά, το Γαλαξείδι, την Βραϊλα και την Τούσλα της Ρουμανίας. Ειδικά τον 19ο αι. οι ναυπηγοί ανέρχονταν, κατά τον πλοίαρχο Ν. Κατσικογιάννη, στον εκπληκτικό αριθμό των 500 και δέχονταν παραγγελίες από πολλές περιοχές, γιατί ήταν ανταγωνιστικοί στις τιμές σε σχέση με τους Συριανούς, αφού η δαπάνη κατασκευής πλοίων ήταν κατά 30% μικρότερη.
Καράβια εμπορικά και αλιευτικά κάθε τύπου κατασκευάζονταν στους σκοπελίτικους ταρσανάδες, οι κυριότεροι από τους οποίους βρίσκονταν στο Γλιστέρι, στον Πάνορμο, στον Αγνώντα, στο Λιμνονάρι και στη Γλώσσα. Οι χώροι όπου στήνονταν οι ταρσανάδες ήταν ενοικιαζόμενοι και τα εργαστήρια μεταφέρονταν, ενώ μόνο για ένα, του Τζουβελέκη, ξέρουμε ότι ήταν ιδιόκτητο. Οι τεχνίτες και οι καραβομαραγκοί ήταν συνήθως μέλη πολυμελών και φτωχών οικογενειών και αναγκάζονταν να εργαστούν από την ηλικία των δώδεκα ετών.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθώ καθόλου στο Κλήμα. Οι πληροφορίες όμως που έχουμε είναι πενιχρές. Γνωρίζουμε ότι υπήρχε ο οικισμός που θεωρείται ευρύτερη περιοχή Γλώσσας και ότι οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία και κυρίως με την αμπελοκαλλιέργεια.
Σε αυτό το σημείο θα σταματήσω γνωρίζοντας ότι σίγουρα έχω παραλείψει αρκετά από την περίοδο με την οποία ασχοληθήκαμε. Προσπάθησα να μη σας κουράσω με λεπτομέρειες.
Ελένη Σπηλιώτη
Φιλόλογος
skopelosculture.wordpress.com